Σημειώσεις για την υπόθεση των Τεμπών: «η τέχνη της συγκάλυψης» και οι απαντήσεις

1

Ποια ήταν τα κορυφαία γεγονότα τα οποία σχηματοποίησαν την πολιτική, κοινωνική και οικονομική συνθήκη που προηγήθηκε του εγκλήματος των Τεμπών; Τον Φλεβάρη του 2022, ένα χρόνο πριν από το έγκλημα των Τεμπών, ξεκίνησε η ρωσική εισβολή στην Ουκρανία. Ένα γεγονός που λειτούργησε και λειτουργεί ως θρυαλλίδα στην αναδιάταξη της ιεραρχίας των δυνάμεων παγκόσμιας ηγεμονίας. Η περιοχή της κεντροανατολικής και της νότιας Ευρώπης μπαίνει σε περιπέτειες. Αυτό το κορυφαίο γεγονός πήρε τη σκυτάλη, ωστόσο, από ένα άλλο κορυφαίο γεγονός, αυτό της πανδημίας COVID-19. Ο μισός πληθυσμός του πλανήτη ζούσε υπό το καθεστώς κάποιας μορφής περιορισμού, περιστολής και ρύθμισης των φυσικών του σχέσεων και δεσμών. Τα γεγονότα αυτά έρχονται να επιβαρύνουν την δεδομένη εσωτερική αστάθεια των καπιταλιστικών καθεστώτων ως εξωγενείς παράγοντες. Οι συνέπειες όλης αυτής της κατάστασης βιώνονται από τις κοινωνίες ενώ οι πραγματικές αιτίες, ωστόσο, που τα προκαλούν παραμένουν στο σκοτάδι.

Επομένως, το πολιτικό, οικονομικό και κοινωνικό περιβάλλον της «ψωροκώσταινας» ήταν εξαιρετικά ευάλωτο και επικίνδυνα διάτρητο ήδη πολύ πριν το έγκλημα των Τεμπών. Υπήρχε κοινωνική συνείδηση αυτής της κατάστασης; Είναι αλήθεια ότι οι μηχανισμοί καθεστωτικής πληροφόρησης κάθε φορά φροντίζουν να επιβάλλουν μια συνθήκη παντελούς κοινωνικής άγνοιας των δεδομένων της πραγματικότητας. Κι αν αυτοί οι μηχανισμοί τα καταφέρνουν σε συνθήκες «δημοκρατικού πλουραλισμού στην πληροφόρηση» σε κράτη πρώτης καπιταλιστικής γραμμής, μπορείτε να φανταστείτε το πληροφοριακό σκοτάδι που χαρακτηρίζει μια κοινωνία της «λίστας Πέτσα». Από την άλλη, τα social media παρέχουν, συνήθως, μια αποσπασματική πληροφόρηση που εφάπτεται της αμεσότητας των γεγονότων χωρίς, ωστόσο, πρόσβαση σε βασικά στοιχεία ανάλυσης της πραγματικότητας. Απόκρυψη από τον κρατικό μηχανισμό, συγκάλυψη από τα καθεστωτικά ΜΜΕ, εικασίες και αποσπασματικότητα από τα social media.

Τέσσερα χρόνια πριν το έγκλημα των Τεμπών, η ελληνική κοινωνία (αν αφαιρετικά την συγκροτήσουμε ως συνειδητά ενιαίο συλλογικό υποκείμενο) ήδη από το 2019, προσφέροντας 39,85% στη ΝΔ (σκάρτα 20% με δεδομένο το 43% της αποχής) θεωρεί ότι, εν μέσω μιας απονομιμοποίησης της κεντρικής εξουσίας και μιας απομαζικοποίησης των δυνάμεων της αντιπολίτευσης, θα επιτρέψει στις δυνάμεις της παραδοσιακής δεξιάς να κλείσουν τη σελίδα των «πειραματισμών» της προηγούμενης πενταετίας από μία θλιβερή σοσιαλδημοκρατική διαχείριση. Έτσι, το ένα πέμπτο της ελληνικής κοινωνίας, παραδοσιακά συντηρητικό και κοινωνικά αντιδραστικό, αυτός ο διηνεκής εθνικός κορμός του επιθετικού μικροαστισμού, επιλέγει για το σύνολο της κοινωνίας, προς το εξωτερικό της, μια πολιτική απόλυτου προτεκτοράτου της λεγόμενης Δύσης, εν ονόματι της ασφάλειας στο ασταθές διεθνές περιβάλλον αφενός, και προς το εσωτερικό της μια πολιτική απόλυτης υποταγής στον εγχώριο κεφάλαιο με αντιστάθμισμα κάποια ψίχουλα επιδοματικής πολιτικής. Πρόκειται για την ηγεμονία του επιθετικού  μικροαστισμού στην κοινωνική συνείδηση.

Τα χρόνια της πανδημίας επέτειναν, λόγω της φυσιογνωμίας των μέτρων της καραντίνας, το συντηρητισμό (ως κοινωνική προέκταση του ενστίκτου της αυτοσυντήρησης) και την εξατομίκευση (που ανάγει ως μέγιστο όριό της τα συμφέροντα και τη διατήρηση του στενού οικογενειακού και φιλικού περιβάλλοντος). Μπορεί να υπήρχε ένα είδος γενικής κατακραυγής των άθλιων, διάτρητων και καταγέλαστων κρατικών μέτρων διαχείρισης της πανδημίας αλλά αυτή καλύφθηκε από τις βαθιές κοινωνικές διεργασίες που ξεδιπλώθηκαν με σημείο αναφοράς την περιστολή των φυσικών σχέσεων και την πρόκριση του ψηφιακού μοντέλου κοινωνικοποίησης. Έτσι, στον χώρο των κοινωνικών αντιστάσεων, πέρα από λίγες δυνάμεις που αποπειράθηκαν να αποκαταστήσουν το δημόσιο χαρακτήρα κοινωνικής έκφρασης μέσα σε ένα περιβάλλον κοινωνικής και πολιτικής εχθρικότητας, υπήρξε βαθμιαία αποσυλλογικοποίηση των απελευθερωτικών εγχειρημάτων.

Η έξοδος από την καραντίνα βρίσκει την ελληνική κοινωνία μουδιασμένη μέσα σε ένα καθεστώς βαθιάς λιτότητας (με κρατικά άλλοθι τις παγκόσμιες συνέπειες είτε της πανδημίας είτε του πολέμου) και εξαιρετικά μειωμένων συλλογικών αντανακλαστικών.

Αυτή η συνθήκη λιτότητας και ανέχειας όσο και η αποσυλλογικοποίηση των αντιστάσεων, αφορούν σε μεγάλο βαθμό τόσο τις συνέπειες όσο και την αδυναμία αντιμετώπισης των ελαυνουσών ιδιωτικοποιήσεων του δημόσιου τομέα. Οι ιδιωτικοποιήσεις εξάλλου αποτελούν βασική συνιστώσα των νεοφιλελεύθερων καθεστώτων.  

Η συγκεκριμένη «φιλοσοφία» των ιδιωτικοποιήσεων (που δεν είναι τίποτα άλλο από λεηλασία των δημόσιων πόρων σε βάρος των υποτελών τάξεων) δεν θα μπορούσε να μην αγγίζει -για πολλούς και διάφορους λόγους- τον χώρο των σιδηροδρόμων.

Έτσι, διαβάζουμε ότι «πριν από το δυστύχημα είχαν γίνει έγγραφες προειδοποιήσεις, κινητοποιήσεις και νομικές ενέργειες των εργαζομένων στο σιδηροδρομικό δίκτυο, όσον αφορά στην υποστελέχωση, στην ανεπαρκή συντήρηση και στην έλλειψη βασικών συστημάτων λειτουργίας και ασφαλείας των σιδηροδρόμων».

Πότε όμως το διαβάζουμε; Είναι χαρακτηριστικό ότι τα καθεστωτικά μέσα είχαν τις πληροφορίες στα χέρια τους αλλά τις διοχέτευσαν αφού το έγκλημα είχε ήδη διαπραχθεί.

[Τέμπη: Το εξώδικο της Πανελλήνιας Ένωσης Προσωπικού Έλξης που ενημέρωνε για διαλυμένο σιδηροδρομικό δίκτυο από το Νοέμβριο [Έθνος, 1/3/23]

[Προφητική ανακοίνωση στις 7 Φεβρουαρίου απο την Δημοκρατική Ενωτική Συνδικαλ. Κίνηση Σιδηροδρομικών [Ναυτεμπορική 1/3/23]

Οι δημοσιεύσεις που έγιναν την επόμενη μέρα του εγκλήματος των Τεμπών τί άλλο θα μπορούσαν να εξυπηρετήσουν (αφού δεν εξυπηρέτησαν τις υποτελείς τάξεις μια και δεν δημοσιεύτηκαν στην ώρα τους) αν όχι την κυρίαρχη τάξη; Τι άλλο πέραν της διεκπεραίωσης της φαιδρής πολυφωνίας, της «αντικειμενικής ενημέρωσης», των δημοκρατικών προσχημάτων στα μέτρα πάντα των συμφερόντων του καθεστώτος;  

Σε πολιτικό επίπεδο, «περίπου έναν μήνα πριν το δυστύχημα, στις 19 Ιανουαρίου 2023 ο βουλευτής του ΚΚΕ Χρήστος Κατσώτης ανέφερε ότι εκκρεμούν σημαντικές εγκαταστάσεις στο δίκτυο και προειδοποιούσε για τυχόν ατυχήματα ή δυστυχήματα, ενώ ο αρμόδιος υπουργός, Κώστας Καραμανλής, σε συζήτηση κατά την διάρκεια κοινοβουλευτικού ελέγχου για το καθεστώς λειτουργίας του σιδηροδρομικού δικτύου, που πραγματοποιήθηκε 8 ημέρες πριν το δυστύχημα, στις 20 Φεβρουαρίου 2023, είχε δηλώσει ότι «είναι ντροπή και θα έπρεπε να ντρέπεστε να μιλάτε για την ασφάλεια των σιδηροδρόμων».

Αυτή είναι, σχηματικά και εν ολίγοις, η «τάξη» των κοινωνικών πραγμάτων στις 28 Φλεβάρη του 2023, οπότε και 57 άνθρωποι δολοφονούνται ενώ 180 τραυματίζονται στο σιδηροδρομικό έγκλημα των Τεμπών. Ένα έγκλημα προδιαγεγραμμένο…

2

Στην Ελλάδα κηρύχθηκε τριήμερο εθνικό πένθος, από την 1η μέχρι τις 3 Μαρτίουκαι οι νεκροί κηδεύθηκαν δημοσία δαπάνη. Πρόκειται για ένα παραδοσιακό συστημικό ξέπλυμα της θεσμικής υποκρισίας.

Στα πρώτα πορίσματα μετά το έγκλημα των Τεμπών τα αίτια του δυστυχήματος συνοψίζονται, πρώτον στην άκαιρη διέλευση της επιβατικής αμαξοστοιχίας λόγω καθυστέρησης, δεύτερον στην απουσία επικοινωνίας μεταξύ του μηχανοδηγού της εμπορικής αμαξοστοιχίας και του σταθμάρχη, τρίτον στην εγκατάλειψη των πόστων εν ώρα υπηρεσίας από δύο σταθμάρχες, και τέλος στην ολιγωρία ως προς την ολοκλήρωση του Ευρωπαϊκού Συστήματος Διαχείρισης Σιδηροδρομικής Κυκλοφορίας. Η ιεράρχηση των αιτιών δεν είναι τυχαία…

Σε ό,τι αφορά το λεγόμενο «μαύρο κουτί» του τρένου, η έρευνα φέρεται να αποκάλυψε ότι είχε πάψει να καταγράφει δεδομένα ήδη από το μακρινό 2018…

Οι ανακοινώσεις των άμεσα εμπλεκόμενων οργανισμών, εταιριών και φορέων αποτελούν μνημείο αντανακλαστικής αποποίησης και μετάθεσης ευθυνών με τελικό σκοπό, όπως πάντα σε παρόμοιες καταστάσεις, τη γενικευμένη σύγχυση και τη συσκότιση των πραγματικών αιτιών.

Κατά έναν «περίεργο» τρόπο, οι πληροφορίες για τους πρώτους κρατικούς χειρισμούς στο πεδίο του εγκλήματος παρέχονται από ξένα ειδησιογραφικά πρακτορεία όπως το BBC News, ABC News, Jerousalem Post και Assosiated Press. Αυτό που μπορεί να γίνει εν πρώτοις κατανοητό, είναι ότι τα επιτελεία όλων των αρμόδιων θεσμικών εξουσιών χρειάζονται χρόνο για να συντονιστούν σχετικά με τους κατάλληλους χειρισμούς που θα εξυπηρετήσουν την δρομολογούμενη διαδικασία συγκάλυψης.

Και πράγματι, στο παρασκήνιο ξεδιπλώνεται ένα πρώτο κύμα συγκάλυψης: μπάζωμα του χώρου του εγκλήματος, καταστροφή βιολογικού υλικού, καταγγελίες πυροσβεστών περί πιέσεων για την σύνταξη εγγράφου αυτοψίας, συρραφή και αλλοίωση συνομιλιών υπαλλήλων του σιδηροδρόμου, μπλοκάρισμα οποιασδήποτε περεταίρω έρευνας για να διαπιστωθούν τα αίτια που προκάλεσαν την μεγάλη πυρόσφαιρα που αποδεδειγμένα κατέκαψε τόσους ανθρώπους ζωντανούς.

Τα κανάλια έχουν στραμμένες τις κάμερες οπουδήποτε αλλού πέραν των πεδίων εκείνων όπου εξελίσσεται η κρατική συγκάλυψη.  Χρειάζεται να σηκώσεις πολλή επικοινωνιακή σκόνη για  να μην φανούν τα φορτηγά που μεταφέρουν μπάζα με βιολογικό υλικό σε απόμακρα οικόπεδα. Εν τω μεταξύ, δεν χρειάστηκε πολύς χρόνος για να εμφανιστούν τα σχετικά πρωτοσέλιδα που απωθούν μεθοδικά τις ευθύνες από την κεντρική πολιτική διαχείριση και τις εταιρίες προς το «κατώτατο προσωπικό» και την «κοινωνία». Χαρακτηριστικό παράδειγμα: [Έναν αριθμό 18 ατόμων για προσωποπαγή θέση σταθμάρχη είχε ζητήσει ο ΟΣΕ μέσω της κινητικότητας, λόγω έλλειψης προσωπικού – Eνδιαφέρον είχαν εκδηλώσει μόνο δύο εργαζόμενοι] Μακεδονία 3/3/2023. Και τρεις μήνες μετά: [Τέμπη: Λάθη και παραλείψεις σε σταθμάρχη και μηχανοδηγούς καταλογίζει η ΡΑΣ] Καθημερινή 9/6/2023

Οι πρώτες κοινωνικές αντιδράσεις είναι εξαιρετικά άμεσες και αποτελεσματικά αντανακλαστικές. Τα καλέσματα από συνδικαλιστικούς φορείς μοιάζουν να πιέζονται «από τα κάτω» για να δρομολογηθούν χωρίς να μένει στην άκρη το γεγονός ότι παρουσιάζεται μια ευκαιρία να επανεπιβεβαιωθεί ο -εκφυλισμένος πλέον- ρόλος τους ως κοινωνικοί διαμεσολαβητές.

Έτσι, η Πανελλήνια Ένωση Σιδηροδρομικών κάλεσε σε διαδήλωση στις 2 Μάρτη καταγγέλλοντας τα προβλήματα του τομέα, καθώς και τη γενικότερη κατάσταση του σιδηροδρόμου. Εκδηλώθηκαν συγκρούσεις μεταξύ διαδηλωτών και της αστυνομίας, όταν οι διαδηλωτές έφτασαν στα κεντρικά γραφεία της Hellenic Train.  Τις αμέσως επόμενες ημέρες οργανώνονται διαμαρτυρίες σε Αθήνα και Θεσσαλονίκη που οδηγούν σε συγκρούσεις με την αστυνομία, καλέσματα για συγκεντρώσεις σε πολλές πόλεις και κωμοπόλεις της επικράτειας και ξανά συγκέντρωση στην Αθήνα όπου η αστυνομία επιτίθεται σε 10.000 διαδηλωτές, ενώ μαθητές απείχαν από τα μαθήματά τους. Στις 8 Μαρτίου, η ΑΔΕΔΥ, τα περισσότερα εργατικά κέντρα της χώρας, σιδηροδρομικοί, εκπαιδευτικοί, εργαζόμενοι στις συγκοινωνίες της Αθήνας και της  Θεσσαλονίκης, φαρμακοποιοί και ναυτεργατικά σωματεία πραγματοποίησαν 24ωρη απεργία. Οι απεργιακές συγκεντρώσεις προσέλκυσαν δεκάδες χιλιάδες εργαζόμενους, φοιτητές και μαθητές από πολλές σχολές και σχολεία μέσης εκπαίδευσης που τέθηκαν σε κατάληψη. Ήταν από τις πολυπληθέστερες διαδηλώσεις στην Ελλάδα τις τελευταίες δεκαετίες, αφού μόνο στην Αθήνα συμμετείχαν τουλάχιστον 40.000 άτομα σύμφωνα με την ΕΛ.ΑΣ., ενώ άλλες εκτιμήσεις έκαναν λόγο για περίπου 100.000. Αρκετές μικρότερης κλίμακας διαμαρτυρίες σε διάφορες γειτονιές της Αθήνας, της Θεσσαλονίκης και της Πάτρας πραγματοποιήθηκαν το Σάββατο 11 Μαρτίου.  Νέες διαδηλώσεις έγιναν στις 12 Μαρτίου.  Πανελλαδική απεργία πραγματοποιήθηκε και στις 16 Μαρτίου από τη ΓΣΕΕ και την ΑΔΕΔΥ, με μεγάλες συγκεντρώσεις σε όλη τη χώρα, ενώ την προηγούμενη ημέρα απέργησαν οι εργαζόμενοι στα μέσα ενημέρωσης. Μία έρευνα της κοινής γνώμης -με κάθε επιφύλαξη σε ό,τι αναφέρεται στην έννοια της κοινής γνώμης- εκτίμησε ότι το 30% του πληθυσμού άνω των 17 ετών ή περίπου 2,5 εκατομμύρια άνθρωποι συμμετείχαν σε κάποια κινητοποίηση.

Οι κινητοποιήσεις αντιμετωπίζονται από τα καθεστωτικά ΜΜΕ με τρόπο που να μην τις «ερεθίζουν» ενώ κυριαρχεί η λογική της «κατανοητής οργής» και της φυσικής της εκτόνωσης. Μετά τις 16 Μάρτη δεν εκδηλώνεται κάποια κοινωνική αντίδραση σχετική με την υπόθεση των Τεμπών. Στο πρώτο πλάνο των πολιτικών και κοινωνικών διεργασιών επανέρχεται η υπόθεση των εθνικών εκλογών, ως κορύφωση μιας προεκλογικής διαδικασίας που φαίνεται ότι διεμβολίστηκε από το κρατικό έγκλημα.

Η ασυνάρτητη και ασυγκρότητη αντιπολίτευση φάνηκε πολύ αδύναμη για να αντισταθμίσει την επιθετική πολιτική προεκλογικών παροχών, επιδομάτων και απαλλαγών από την ακροδεξιά νεοφιλελεύθερη κυβέρνηση. Τα ψίχουλα που έπεσαν από το τραπέζι του νεοφιλελευθερισμού φάνηκαν αρκετά για να διαιωνιστεί η κεντρική πολιτική διαχείριση. Το ελληνικό προτεκτοράτο της «Δύσης» εξακολουθεί να προσφέρει την δήθεν ασφάλεια μέσα σε ένα ασταθές διεθνές περιβάλλον. Το έγκλημα των Τεμπών προσλαμβάνεται κοινωνικά ως μια συνήθης καθεστωτική απόρροια, οι διαδικασίες συγκάλυψης έχουν κινηθεί στο επικοινωνιακό σκοτάδι και έτσι, εκτιμάται ότι οι κοινωνικές αντιδράσεις έχουν στείλει επαρκώς το μήνυμα στην εξουσία: η γενικευμένη κοινωνική ανοχή δεν σημαίνει και υποθήκευση της ίδιας της ζωής των υποτελών τάξεων.  Μια κοινωνική ανατροπή δεν φαίνεται να πείθει για διάφορους λόγους με κυριότερο, εκτιμούμε, την ανυπαρξία πολιτικής, οικονομικής και κοινωνικής προοπτικής. Στις εκλογές του Μάη 2023 η Ν.Δ. λαμβάνει 40% και αυτοδυναμία (με την αποχή 39%)…

3

Η ίδρυση του Συλλόγου Συγγενών των 57 είναι και η εκκίνηση ενός ιδιότυπου κοινωνικού και πολιτικού εγχειρήματος χωρίς, ωστόσο, να έχει τις παραδοσιακά διακηρυγμένες θέσεις και προοπτικές ως τέτοιο. Η συνοχή του συνίσταται στην συγγενική σχέση των μελών με τα θύματα και ως εκ τούτου προκρίνεται ο θεσμός της οικογένειας. Ως θεσμός (μηχανισμός κοινωνικού ελέγχου), η οικογένεια έχει νομική και ηθική υπόσταση. Πρόκειται για δύο υποστάσεις που, στην υπόθεση των Τεμπών, άρχισαν να δοκιμάζονται ευθύς εξαρχής με ένα αιματηρό φόντο, με ένα φόντο οργής και αγανάκτησης, από μεριάς των συγγενών. Ο επικοινωνιακός εκβιασμός από μεριάς των κρατικών υπαλλήλων προς τους συγγενείς να «αρκεστούν» στο πένθος και τη μοιρολατρία, πυροδότησε την οργή και την αγανάκτηση των δεύτερων. Και με αυτά ακριβώς τα συναισθήματα συναντήθηκαν με μια γενικευμένη κοινωνική συνείδηση διαμορφώνοντας μια νέα πολιτική υποκειμενικότητα. Η προσβολή στα νομικά δικαιώματα των συγγενών από την δικαστική εξουσία (τόσο με την απαξίωση των αιτημάτων τους όσο και με τις απόπειρες συγκάλυψης) έθεσε σε κρίση το δικαίωμα του αστικού συστήματος να εγκαλεί οποιονδήποτε υπήκοο για δικαιοσύνη. Επιτέθηκε στην οικογενειακή αντίληψη για τη νομική της υπόσταση. Ακόμη χειρότερα, στο ηθικό μέρος η προσβολή προς τους συγγενείς ξεπέρασε κάθε ιστορικό προηγούμενο κρατικής ωμότητας. Και έχουμε πάντα στο νου μας τη θέση της οικογένειας στη συνείδηση του ηγεμονεύοντος μικροαστισμού. Δεν είναι τυχαίο, εντέλει, ότι στα συλλαλητήρια για τους 57 συμμετείχαν πολλές και ολόκληρες οικογένειες…

Το κοινωνικό συμβόλαιο που, όπως είχε καταντήσει, είχε ήδη συρρικνώσει την νομιμοποίηση της κεντρικής εξουσίας τα προηγούμενα χρόνια, φαίνεται να περνάει στη φάση της επισφάλειας. Μπορεί οι υποτελείς τάξεις να αρκούνται στα ψίχουλα των παροχών του νεοφιλελευθερισμού, μπορεί να «κατανοούν» το «δυστύχημα» των Τεμπών ως αποτέλεσμα χρόνιων πολιτικών παθογενειών (ίσως μέχρι εκεί να το δικαιολογούσαν κιόλας) αλλά το σκύλεμα των θυμάτων του εγκλήματος και των συγγενών τους που ακολούθησε από τους θεσμικούς μηχανισμούς υπερβαίνει τα όρια της ανοχής. Η γενικευμένη κοινωνική δυσφορία βρίσκει στον αγώνα των συγγενών για δικαιοσύνη ένα διέξοδο στις μαζικές κινητοποιήσεις. Το μήνυμα προς την εξουσία θα είναι σαφές.

4

Το κράτος θεωρεί ότι έχει καταφέρει να περάσει στην κοινωνική συνείδηση το «δυστύχημα των Τεμπών» σε μια διεκπεραιωτική δικονομική υπόθεση. Επί ένα σχεδόν χρόνο έχει επιβληθεί στην κεντρική πολιτική σκηνή και τη σχετική επικαιρότητα μια ατζέντα ζητημάτων που έχουν αφήσει την υπόθεση των Τεμπών στο περιθώριο του κοινωνικού ενδιαφέροντος. Όλα δείχνουν ότι οι χειρισμοί της κυβέρνησης έχουν κατευοδωθεί  και ο πρώτος χρόνος της διαχείρισης μετά την επανεκλογή της δείχνει να της επιτρέπει την ανάλογη εξουσιαστική αλαζονεία.

Οι συγγενείς των θυμάτων, μετά την συγκρότηση του συλλογικού τους οργάνου, ωστόσο, δεν έχουν αφήσει τον χρόνο ανεκμετάλλευτο. Ένα χρόνο μετά το έγκλημα των Τεμπών το σκηνικό αλλάζει.

Στις 26/2/2024 κύκλοι εργαζομένων του ΟΣΕ αναφέρουν ότι το βιντεοληπτικό υλικό από τον εμπορικό σταθμό Θεσσαλονίκης, όπου και έγινε η φόρτωση της εμπορικής αμαξοστοιχίας και των υπόλοιπων σταθμών από τους οποίους διήλθε, διαγράφηκε. Παράλληλα, ανέφεραν ότι δεν ζητήθηκε το εν λόγω υλικό, αλλά μόνο τα βίντεο για τους σταθμούς από όπου διήλθε και πραγματοποίησε στάση το επιβατικό τρένο.

Στις 22/3/2024 καταιγιστικές είναι οι εξελίξεις, μετά την αποκάλυψη ότι με τη συμπλήρωση τριών 24ώρων του εγκλήματος στα Τέμπη, 30 φορτηγά απομάκρυναν και μετέφεραν σε ιδιωτικό οικόπεδο τουλάχιστον 300 κυβικά χώμα από τα πρώτα βαγόνια της τραγωδίας και στη συνέχεια μπάζωσαν το σημείο. Οι συρμοί χαρακτηρίστηκαν ως “άχρηστοι”, εγείροντας ωστόσο σοβαρά ερωτήματα, καθώς μπορεί τα αρμόδια κλιμάκια που επιχειρούσαν στο πεδίο να είχαν οδηγηθεί στον εντοπισμό υλικών που προκάλεσαν την έκρηξη, ανθρώπινων μελών ή άλλων αποδεικτικών στοιχείων. Σύμφωνα με τον κ. Γιώργο Ηλιόπουλο, νομικό σύμβουλο και πατέρα τραυματία, αναμένεται να ξεκινήσει νέα έρευνα στον χώρο όπου -παρανόμως όπως καταγγέλλουν οι συγγενείς των θυμάτων- μεταφέρθηκε το χώμα, με την ελπίδα ότι ένα χρόνο και σχεδόν ένα μήνα μετά τη σύγκρουση θα εντοπιστούν αναλλοίωτα στοιχεία, τα οποία θα βοηθήσουν περαιτέρω την έρευνα και, κυρίως, για τα ακριβή αίτια της φονικής έκρηξης. Ο κ. Ηλιόπουλος, με τον συμπληρώνει ότι “δεν υπήρχε κανένα στοιχείο για τη μεταφορά στη δικογραφία. Είναι μια ιδιωτική έκταση στην οποία πράγματι οδηγήθηκε τμήμα των συντριμμιώνκαι φυσικό έδαφος από το πεδίο της σύγκρουσης, όπου βέβαια εντελώς αναρμόδια και οδηγήθηκαν και φιλοξενούνται“.

Επίσης, το μεσημέρι της Παρασκευής συγγενείς και δικηγόρος κατέθεσαν στον αρμόδιο εφέτη ανακριτή τη συμπληρωματική έκθεση, στην οποία όπως υποστηρίζουν, επιβεβαιώνονται οι αρχικές εκτιμήσεις για την ύπαρξη ξυλολίου, καθαρότητας 95%. “Επιβεβαιώνεται η αρχική μας εκτίμηση του τεχνικού μας συμβούλου, κ. Κοκοτσάκη ότι η έκρηξη οφείλεται στη χημική ουσία του ξυλολίου, του βενζολίου και των υπολοίπων που είχαν εντοπιστεί από το Χημείο του Κράτους”, δήλωσε ο Γιώργος Ηλιόπουλος.

Ως απάντηση από την κυβέρνηση βγαίνει νόμος που τροποποιεί τον προηγούμενο και επιβάλει κυρώσεις σε όσους επιφέρουν μεταβολές στον τόπο ενός δυστυχήματος. Όχι όμως για όλα τα δυστυχήματα, αλλά μόνο για τα αεροπορικά. Προφανώς, αυτό έγινε για να μην υπάρχουν κυρώσεις σε αυτούς που έκαναν το ξεμπάζωμα και το μπάζωμα στα Τέμπη.

Στις 24 Μαρτίου 2024 αποκαλύπτεται ότι μονταρίστηκαν δύο διαφορετικές ηχογραφημένες συνομιλίες του σταθμάρχη με μηχανοδηγούς στη Λάρισα και δόθηκαν στην δημοσιότητα για να προβληθεί η θεωρία του ανθρώπινου λάθους.

Παράλληλα, όπως αρμόζει στη φιλοσοφία μιας συγκάλυψης, ιδιαίτερη εντύπωση προκαλούν δηλώσεις στελεχών του ΟΣΕ για την «περιορισμένη αξία» του ηλεκτρονικού συστήματος ECTS αποτροπής συγκρούσεων που λόγω καθυστέρησης της σύμβασης 717 δεν είχε εγκατασταθεί. Όπως ανέφεραν την Πέμπτη 21/3/2024 σε ΜΜΕ, «αν ο σταθμάρχης δεν κάνει χάραξη της διαδρομής – όπως συνέβη στην τραγωδία των Τεμπών – τότε τα ηλεκτρονικά συστήματα προειδοποίησης δεν μπορούν να λειτουργήσουν». Κάτι που διαψεύδεται επίσης κατηγορηματικά από τεχνικούς και πραγματογνώμονες οι οποίοι επισήμαναν ότι «ο ηλεκτρονικός συναγερμός, αν υπήρχε το σύστημα τηλεδιοίκησης, θα χτυπούσε σε κάθε περίπτωση εν όψει σύγκρουσης τρένων».

Στις 27/3/2024 το σωματείο των μηχανοδηγών του ΟΣΕ με εξώδικό τους προς την διοίκηση του ΟΣΕ, ερωτά “Γιατί διατηρήσατε στην κατοχή σας το επίμαχο υλικό επί δύο ολόκληρες ημέρες αντί να μεριμνήσετε για την άμεση παράδοσή του, ως οφείλατε, στις αρμόδιες εισαγγελικές και ανακριτικές αρχές.” Ρωτά και “σε ποιους αποδέκτες κοινοποιήθηκαν τα ηχητικά αρχεία των συνομιλιών αφότου ανελήφθησαν από εσάς λίγες ώρες μετά το δυστύχημα και μέχρι την παράδοσή τους στις αρμόδιες αρχές δύο ημέρες αργότερα και πώς διέρρευσε το σχετικό υλικό στα ΜΜΕ και δη με αλλοιωμένο το περιεχόμενο των συνομιλιών, εάν κατά το ως άνω χρονικό διάστημα των δύο ημερών βρισκόταν στην αποκλειστική κατοχή σας;”.

Εν μέσω όλων αυτών των καταιγιστικών αποκαλύψεων, ολοκληρώνει τις εργασίες της η κοινοβουλευτική εξεταστική επιτροπή που είχε συσταθεί για τη διερεύνηση ευθυνών σε σχέση με το έγκλημα των Τεμπών. Ο επικεφαλής των διαδικασιών, που σε συνέντευξή του διατυμπανίζει πόσο… διασκέδασε στη διάρκεια των εργασιών, ανακοινώνει το πόρισμα της κυβέρνησης όπου αποδίδεται το «ατύχημα» σε ανθρώπινο λάθος. Οι ασκήσεις αλαζονείας από μεριάς του κρατικού μηχανισμού συνεχίζονται.

Οι συγγενείς των θυμάτων εκφράζουν επανειλημμένα τους φόβους τους πως στην υπόθεση επιχειρείται οργανωμένη συγκάλυψη από τις πρώτες κιόλας ημέρες μετά το δυστύχημα.  Στις 2 Μαΐου 2024, συγγενείς θυμάτων και Έλληνες πολίτες, 170 άτομα στο σύνολο, μηνύουν τον πρωθυπουργό της χώρας, ως ηθικό αυτουργό της συγκάλυψης. Ξεδιπλώνεται η πρώτη θεσμική επίθεση από μεριάς των συγγενών.

default

5

Είναι πασιφανές το γεγονός ότι όλη προσπάθεια κατάδειξης της κρατικής συγκάλυψης του εγκλήματος των Τεμπών έγινε από συγγενείς και σωματεία. Η διερεύνηση των συνθηκών ενός μαζικού εγκλήματος και ο έλεγχος των κρατικών χειρισμών αποτελεί, σύμφωνα με τις καταστατικές αρχές της αστικής δημοκρατίας,  θεσμικό καθήκον των ΜΜΕ. Στην προκειμένη περίπτωση η έρευνα και οι αποκαλύψεις αναλήφθηκαν από «πολίτες» και η πίεση που ασκήθηκε από την συνθήκη αυτή ανάγκασε τα καθεστωτικά ΜΜΕ σε μια απλή αναδημοσίευση, άλλοτε διεκπεραιωτική, άλλοτε δύσθυμη κι άλλοτε επιφυλακτική, σχεδόν πάντα συνοδευόμενη από τον αντίλογο του κρατικού μηχανισμού. Ο ζήλος για την δεοντολογία της αντικειμενικής ενημέρωσης ξεκίνησε ένα χρόνο μετά το έγκλημα των Τεμπών…

Από τη στιγμή που το Σύστημα αντιλήφθηκε τον κίνδυνο από τις αποκαλύψεις των συγγενών των 57 μπήκε σε μια διαδικασία αποδόμησης της συλλογικής τους συγκρότησης προκειμένου να μειώσει την κοινωνική τους επιδραστικότητα. Επιστράτευσε μια τεράστια γκάμα ψεμάτων και μέσω δημοσιευμάτων -στη βάση υποτιθέμενων στοιχείων- προχώρησε σε μια δολοφονία χαρακτήρων.

Στοχοποιήθηκαν οι πιο ενεργοί μεταξύ των συγγενών και αμφισβητήθηκαν τα κίνητρά τους ξεκινώντας από την ίδια την συναισθηματική τους κατάσταση όπως και τη σχέση που είχαν με τους ανθρώπους τους που έχασαν. Πρόθυμα και έμμισθα επικοινωνιακά τρωκτικά ξεψάχνισαν τις προσωπικές ζωές συγκεκριμένων συγγενών προκειμένου να στοιχειοθετήσουν υποκρισία σε βάρος τους. Είτε διαστρέβλωσαν την πραγματικότητα δημιουργώντας κολάζ με αποσπασματικές προσωπικές πληροφορίες είτε κατασκεύασαν εκ του μηδενός απεχθή ψεύδη. Σημασία είχε να υπονομευτεί το συναισθηματικό κίνητρο, η αγάπη για τα πρόσωπα που χάθηκαν και η αυθεντική αγανάκτηση για την συγκάλυψη. Χαρακτηριστική ήταν η σύμπνοια των εξουσιών αφού δούλεψαν πλάι πλάι μέλη της κυβέρνησης, στελέχη οργανισμών, δικαστικές αρχές και ανυπόγραφοι συκοφάντες. Έφτασαν μέχρι του σημείου, όπως προαναφέρθηκε, να επιβάλλουν συμπεριφορές  στους συγγενείς για τον τρόπο που θα πενθήσουν όπως και να ορίσουν τα όρια του ίδιου του πένθους τους.

Στη συνέχεια ακολούθησε η υποδαύλιση των όποιων διαφωνιών, που ήταν φυσικό να υπάρχουν (με δεδομένο το ετερόκλητο των κοινωνικών καταβολών και της συνειδησιακής τους συγκρότησης), σε μια προσπάθεια να διαρρήξουν το κοινό μέτωπο χωρίς, ωστόσο, να τα καταφέρουν. Έφτασαν στο σημείο να παρουσιάσουν την πλειονότητα των συγγενών ως δήθεν απηυδησμένη με όσους και όσες ανάμεσά τους διεκδικούν δυναμικά την απόδοση δικαιοσύνης.

Ακολούθως, άρχισε και η προπαγάνδα σπίλωσης των κινήτρων των συγκεκριμένων συγγενών. Οικονομικά κίνητρα μέσω διεκδίκησης μεγάλων αποζημιώσεων ή δίψα για εξουσία και προσωπική προβολή. Δεν έχει σημασία που δεν υπάρχει καμία πραγματική βάση, ούτε ένα απλό στοιχείο, για τις συκοφαντίες. Σημασία έχει να πετάς λάσπη στον ανεμιστήρα.

Δεν θα αναφέρουμε τις πληρωμένες απαντήσεις των συγγενών των 57 προς τους συκοφάντες τους. Θα σταθούμε, ωστόσο, σε μια χαρακτηριστική περίπτωση συκοφαντίας για να φανεί τόσο το κοινωνικό εύρος όσο και ο χαρακτήρας της στοχοποίησης ακόμη και αλληλέγγυων. Πρόκειται για τον Γιώργο Κόφτη που δημιούργησε την εγκατάσταση «58 καρφιά στα Τέμπη» στον ίδιο τον χώρο του εγκλήματος.

«Μια ανάρτηση που ίσως δεν ενδιαφέρει τον πολύ κόσμο αλλά έχω ανάγκη να κάνω: Η εγκατάσταση με τίτλο “58 καρφια στα Τέμπη” έγινε με δική μου πρωτοβουλία, χωρίς καμία ανάμειξη από κανένα απολύτως πολιτικό κόμμα. Δεν υπάγεται σε καμία πολιτική στέγη. Είναι παρόλαυτα ένα έργο με πολιτικό μήνυμα όπως θα έπρεπε κάθε καλλιτέχνης με τον τρόπο του να σχολιάζει τα κακώς κείμενα της χώρας. Το αναφέρω αυτό γιατί με έχει θίξει η δυστυχώς συνήθης καχυποψία του Έλληνα να προσπαθεί να βλέπει παντού μικροπολιτική και μιζέρια. Αναγκάζομαι να το ξεκαθαρίσω γιατί ούτε έχω συνηθίσει τόση δημοσιότητα, αλλά ούτε οφείλω να είμαι υπόλογος σε κανέναν για κάτι το οποίο έκανα με την αγάπη μου για κάτι το οποίο μας χαντάκωσε ψυχολογικά όλους προσπαθώντας να τιμήσω τους τόσους αδικοχαμένους ανθρώπους. Άλλο η ευγενική κριτική και άλλο η συκοφαντία.»

Και τέλος, σε αυτή την εκστρατεία αποδόμησης του συλλογικού υποκειμένου των συγγενών των 57 και αλληλέγγυων και αντιστρέφοντας την πραγματικότητα, η κυβέρνηση προσπαθεί να παρουσιαστεί ως θύμα της συνωμοσιολογίας, μια και ως συνωμοσιολογία χαρακτηρίζει οποιαδήποτε αιχμή για το έγκλημα των Τεμπών και τη συγκάλυψή του.

6  

Οι συγγενείς των 57 έχουν διαμορφώσει ένα νέο πολιτικό υποκείμενο που έχει πλέον την ικανότητα να μένει αρραγές απέναντι στις καθεστωτικές απόπειρες να το διεμβολίσουν, να το διασπάσουν και να το διαχωρίσουν μέσα σε -και από- τις κοινωνικές διεργασίες. Δεν είναι τυχαία η εισαγωγή συγγενών των 57 ως ενδεχόμενα πρόσωπα στις καινούργιες δημοσκοπήσεις. Ωστόσο, πρόκειται για μια νέα πολιτική υποκειμενικότητα που όχι μόνο αντέχει αλλά καταφέρνει να δημιουργήσει κορυφαία κοινωνικά γεγονότα. Κρατώντας σταθερά τα ποιοτικά της χαρακτηριστικά εμφανίζει μια λογαριθμική ποσοτική ανάπτυξη στο δρόμο και τις -σχετικές με το έγκλημα των Τεμπών- εκδηλώσεις, σε τέτοιο βαθμό, ώστε να είναι η μόνη συλλογική υποκειμενικότητα η οποία έχει τη δυνατότητα να το κάνει σε τέτοια μεγέθη μέσα στην τρέχουσα ιστορική συγκυρία -και όχι μόνο.

7  

Είναι φανερό ότι 2 χρόνια μετά το έγκλημα των Τεμπών έχει δημιουργηθεί μια μεγάλη επικοινωνιακή ρωγμή στο καθεστωτικό συνεχές σχετικά με την υπόθεση. Η ατζέντα των ΜΜΕ αναπόφευκτα διεμβολίζεται από την διαρκή κοινωνική κινητικότητα ενάντια στις απόπειρες συγκάλυψης που επιχειρήθηκαν και εξακολουθούν να επιχειρούνται από την κεντρική πολιτική διαχείριση. Αναπόφευκτα, γιατί είναι αδύνατον πλέον για την καθεστωτική πληροφόρηση να ανταπεξέλθει στην απόκρυψη ενός τόσο μεγάλου εύρους αποκαλύψεων από μεριάς συγγενών των 57 όσο και του μεγέθους και της πυκνότητας των κοινωνικών αντιδράσεων. Σε μια απόπειρα σύμπλευσης των ΜΜΕ με την καινούργια κατάσταση φαίνεται να βάζουν μπροστά, πολύ εκ των υστέρων, την διεκπεραίωση των δικών τους καθηκόντων. Κάνουν ό,τι θα έπρεπε να κάνουν ευθύς εξαρχής του εγκλήματος.

Έτσι την 1/2/2025 διαβάζουμε: Επιπλέον στις 11/12 Μαρτίου του 2023, περιήλθε στον…. πληροφορία από αστυνομικό ο οποίος επιχειρούσε στον τόπο του δυστυχήματος, ότι κάποιο υψηλόβαθμο κυβερνητικό στέλεχος “με πολλά γαλόνια στο οποίο δεν μπορείς να πεις όχι”, έδωσε την εντολή να καθαριστούν όλα αμέσως, γιατί μέχρι την Κυριακή “όλα πρέπει να είναι λαμπίκο”. Η εντολή πρέπει να δόθηκε Παρασκευή 3 Μαρτίου 2023, γιατί από εκείνη την ημέρα εντατικοποιήθηκαν οι εργασίες διαμόρφωσης του χώρου.

Στις 14/2/2025: Δύο χρόνια μετά το δυστύχημα έγινε γνωστό ότι 649.000 βίντεο, ηχητικά και ψηφιακά αρχεία που αφορούσαν τις δύο πρώτες ημέρες, την 28η Φεβρουαρίου και 1 Μαρτίου 2023, κατασχέθηκαν και παραδόθηκαν στον ανακριτή, αλλά δεν υπάρχουν στη δικογραφία. Δικαστικές πηγές απάντησαν ότι αυτά τα στοιχεία δεν ήταν χρήσιμα στην υπόθεση και γι’ αυτό δεν συμπεριλήφθηκαν στη δικογραφία.

Στις 10/3/2025: Ένας εκ των δύο πυροσβεστών, που κατηγορούνται για την σύνταξη του εγγράφου της απλής αυτοψίας, απευθύνθηκε στον Εισαγγελέα αναφέροντάς του, ότι αυτό έγινε μετά την προειδοποίηση-απειλή του διοικητή των Πυροσβεστικών Υπηρεσιών Νομού Λάρισας, για πειθαρχική δίωξη περί απείθειας, αν δεν συντάξουν έκθεση αυτοψίας στο πεδίο του δυστυχήματος. 

Εν τω μεταξύ, στις 26 Ιανουαρίου 2025 και ύστερα από κάλεσμα του Συλλόγου των συγγενών θυμάτων του δυστυχήματος, εκατοντάδες χιλιάδες άνθρωποι συγκεντρώθηκαν σε πάνω από 180 σημεία στην Ελλάδα και σε άλλα 25 στο εξωτερικό, έχοντας κεντρικό σύνθημα την φράση «Δεν έχω οξυγόνο». Η φράση αυτή, σύμφωνα με ηχητικό ντοκουμέντο, που ήρθε στην δημοσιότητα λίγες ημέρες νωρίτερα ήταν τα τελευταία λόγια επιβατών πριν από το δυστύχημα.

Φαίνεται ότι μετά την σύγκρουση των δύο τρένων, η πυρόσφαιρα που ακολούθησε χρησιμοποιείται «από τα κάτω» σαν ένα κραυγαλέο φαινόμενο που φωτίζει αποκαλυπτικά πλέον τις απόπειρες συγκάλυψης. Δεν υπάρχει μετατόπιση του κοινωνικού ενδιαφέροντος από την σύγκρουση αυτή καθεαυτή, αλλά μια επιφατική επικέντρωση σε ένα «εκκωφαντικό» θανάσιμο γεγονός που ρίχνει το φως του πάνω στα χειριστικά σκοτάδια της θεσμικής υποκρισίας.  Είχαν δημοσιοποιηθεί πληροφορίες για τις εκθέσεις του πραγματογνώμονα Κοκοτσάκη και της ομάδας των εμπειρογνωμόνων του ΕΜΠ, στις οποίες αναφέρεται ότι η εμπορική αμαξοστοιχία πιθανότατα μετέφερε παράνομο φορτίο υδρογονανθράκων, η καύση των οποίων προκάλεσε σε δεύτερο χρόνο τον θάνατο 27-28 ανθρώπων εντός του τραίνου.

Η κατάσταση γίνεται ασφυκτική για το καθεστώς. Είναι δεικτική η δήλωση του  Κυριάκου Μητσοτάκη την οποία ανάρτησε στα κοινωνικά δίκτυα στις 26 Φλεβάρη 2025, ότι το δυστύχημα «δεν πρέπει να γίνει όπλο για να πληγωθεί η εσωτερική σύμπνοια και η σταθερή πορεία της πατρίδας».

Στις 28 Φεβρουαρίου 2025, δύο χρόνια μετά το δυστύχημα, εκατομμύρια πολίτες διαδήλωσαν σε σχεδόν 400 πόλεις και χωριά στην Ελλάδα και στο εξωτερικό, με συνθήματα για την δικαιοσύνη και κατά της συγκάλυψης.

Πέρα από τη δική μας σφαίρα της εμπειρίας στο δρόμο, αρκεί να αναφέρουμε ότι «σύμφωνα με δημοσιογραφικές εκτιμήσεις οι συγκεντρώσεις ανά την επικράτεια ήταν οι μεγαλύτερες από την μεταπολίτευση ή και στην ιστορία. Για το συλλαλητήριο της Αθήνας, οι διαδηλωτές υπολογίζονται σε πάνω από 800.000 χωρίς όμως να υπολογιστούν οι μικροί δρόμοι πέριξ της Πλατείας Συντάγματος, ενώ εκτιμήσεις να κάνουν λόγο ακόμη και για 1 εκατομμύριο. Το δελτίο της αστυνομίας, έκανε λόγο για 180 χιλιάδες άτομα».

Υπάρχει και συνέχεια. Δεκάδες χιλιάδες πολίτες στην Αθήνα συγκεντρώνονται στην πλατεία Συντάγματος και σε πολλές πόλεις της χώρας, το απόγευμα της 5ης Μαρτίου, σε διαδηλώσεις με τα ίδια ακριβώς αιτήματα. Το συλλαλητήριο της πρωτεύουσας ξεκίνησε, όταν αφέθηκαν στον ουρανό δεκάδες φαναράκια, στη μνήμη των 57 νεκρών και διαλύθηκε βιαίως, όπως και το προηγούμενο, με την ρίψη δακρυγόνων από δυνάμεις της ΕΛ.ΑΣ. Την ίδια ώρα, στην Ολομέλεια της Βουλής, εξελίσσεται η συζήτηση της νέας πρότασης δυσπιστίας κατά της κυβέρνησης του Κυριάκου Μητσοτάκη, που κατέθεσαν οι βουλευτές των ΠΑΣΟΚ-ΚΙΝ.ΑΛ., ΣΥΡΙΖΑ-Π.Σ., Πλεύσης Ελευθερίας και Νέας Αριστεράς. Οι «συγγενείς των 57» κατέχουν το δρόμο…

Ακολουθεί καθιστική διαμαρτυρία διαδηλωτών στην πλατεία Συντάγματος στις 7 Μαρτίου 2025 και στήνεται και το δένδρο της μνήμης, αφιερωμένο στα 57 στα θύματα του δυστυχήματος στην παραλία της Θεσσαλονίκης. Στις 7 Μαρτίου, επίσης, γίνονται νέα συλλαλητήρια στο κέντρο της Αθήνας και άλλων πόλεων, το μεσημέρι από μαθητές και το απόγευμα από πολίτες, λίγο πριν από την ψηφοφορία για την πρόταση δυσπιστίας, ζητώντας την παραίτηση της κυβέρνησης.

Εν όψει της καθιερωμένης ομιλίας του Κ. Μητσοτάκη στην Διεθνή Έκθεση Θεσσαλονίκης Μαζικές διαδηλώσεις πραγματοποιούνται στις 6 Σεπτεμβρίου σε πολλές πόλεις της Ελλάδας, λίγες μέρες μετά το κλείσιμο της δικαστικής έρευνας, που δεν συμπεριέλαβε έκθεση του Γενικού Χημείου του Κράτους η οποία εντόπισε ξυλόλιο, βενζόλιο κι άλλους κυκλικούς υδρογονάνθρακες στον χώρο του δυστυχήματος. Οι συγκεντρώσεις γίνονται μετά από κάλεσμα του Συλλόγου θυμάτων Τεμπών 2023 και της προέδρου του, Μαρίας Καρυστιανού, η οποία στην ομιλία της διευκρινίζει ότι «το έγκλημα στα Τέμπη δεν αφορά μόνο 56 οικογένειες.

Μέσα σε όλη αυτή τη συνθήκη, είναι χαρακτηριστικό το γεγονός ότι σχετικά με την τηλεοπτική κάλυψη των συγκεντρώσεων από την δημόσια τηλεόραση, οι εκπρόσωποι των εργαζομένων στο Διοικητικό Συμβούλιο της ΕΡΤ κατήγγειλαν ότι υποβαθμίστηκαν με ακραίο τρόπο, παραθέτοντας σχετικά στοιχεία, ενώ η αντιπολίτευση ζήτησε την παραίτηση της διοίκησης της ΕΡΤ.

Να έχουμε υπόψη μας ότι αυτή η υποβάθμιση με ακραίο τρόπο γίνεται γνωστή γιατί είναι άλλο το καθεστώς συνδικαλιστικής εκπροσώπησης στα κρατικά ΜΜΕ κι άλλο στα ιδιωτικά όπου η δημόσια κριτική ή αμφισβήτηση της κεντρικής γραμμής των καναλιών σημαίνει απόλυση. Η υποβάθμιση των κινητοποιήσεων λοιπόν ήταν ένα γενικευμένο γεγονός στα καθεστωτικά ΜΜΕ.

Πέρα, ωστόσο, από την υποβάθμιση καινούργιο -ή αναπαλαιωμένο μαλλον- καθήκον τους είναι μέσα σε αυτή την κατάσταση να σπείρουν τη διχόνοια και τους διαχωρισμούς μεταξύ των διαδηλωτών έτσι ώστε να αποδυναμώσουν τις κινητοποιήσεις. Διάχυση κοινωνικού φόβου με σκοπό την απομαζικοποίηση. Απομόνωση των πιο ριζοσπαστικών στοιχείων και απομάκρυνση. Η προβοκατορολογία. Οι κουκουλοφόροι. Οι μπαχαλάκηδες. Ένας εσμός εννοιών όπου ποτέ δεν τεκμαίρονται τα ακριβή τους περιεχόμενα καθώς αυτό θα σήμαινε την ακύρωσή τους ως εργαλεία προς εξυπηρέτηση των κυριαρχικών σκοπών. Σκοτεινές δυνάμεις, κατευθυνόμενα άτομα, ασφαλίτες, παρασυρμένοι νεολαίοι, περιθωριακές ομάδες και άλλα ευτράπελα της ιστορίας. Εν μέρει, όλη αυτή η προβοκατορολογία έπιασε τόπο, περισσότερο γιατί οι άνθρωποι που κατέβηκαν στο δρόμο μέσα σε αυτή τη συνθήκη δεν είχαν την πείρα των διαδηλώσεων. Αυτό τους έκανε καχύποπτους απέναντι σε ό,τι δεν μπορούσαν να κατανοήσουν επί τόπου.

Πέρα από την προβοκατορολογία, ωστόσο, είναι γεγονός ότι οι κινητοποιήσεις για τα Τέμπη απέχουν από τις κινητοποιήσεις των πρώτων χρόνων των μνημονίων. Η διάθεση για σύγκρουση δεν υπάρχει, η κοινωνική αγανάκτηση έχει άλλα ποιοτικά χαρακτηριστικά, η κοινωνική σύνθεση στο δρόμο είναι σχεδόν άλλη.

8

Είναι πασίδηλο πλέον ότι οι συγγενείς των 57 έχουν δικαιωθεί στην κοινωνική συνείδηση. Και έχουν δικαιωθεί όχι γιατί αφέθηκαν να βουλιάξουν στο πένθος τους ή να κλείσουν τα στόματά τους μπουκωμένα από τα χιλιάρικα των αποζημιώσεων αλλά γιατί ξεπέρασαν την παθητικότητα και την μοιρολατρία και θέλησαν να απαντήσουν στην Ύβρι της εξουσίας με μια Νέμεσι -εντέλει- του λαού. Κι αυτό το έχουν καταφέρει.

Το πολιτικό ζήτημα που τίθεται αφορά την ίδια την έννοια της δικαιοσύνης. Προς τα πού θα κατευθυνθεί η Νέμεσις του λαού; Και σε αυτό ακριβώς το ζήτημα αντανακλώνται τα περιεχόμενα της κοινωνικής συνείδησης. Οι συγγενείς των 57 δηλώνουν ότι εάν αποδοθούν ευθύνες οπουδήποτε αναλογούν (κι όχι στα χαμηλόβαθμα στελέχη που είναι και οι συνήθεις προδεδικασμένοι) τότε ένα τέτοιο ή παρόμοιο έγκλημα δεν πρόκειται να επαναληφθεί. Κι αυτό είναι το χρέος τους απέναντι στα παιδιά -όχι μόνο τα δικά τους αλλά όλου του λαού. Με αυτόν τον τρόπο, ωστόσο, η μάχη δίνεται μέσα στους ίδιους τους αστικούς θεσμούς. Και η επίκληση για δικαιοσύνη δεν αφορά αλλαγή του θεσμικού πλαισίου της αστικής δικαιοσύνης αλλά για την καλύτερη λειτουργία της. Πολιτικά, αυτό μεταφράζεται ως διορθωτική κίνηση του Συστήματος.

Μήπως όμως δεν είναι το ίδιο το Σύστημα που εντέλει ευθύνεται για τα εγκλήματα; Μήπως δεν είναι οι ίδιοι οι θεσμοί που πρέπει να ανατραπούν κι όχι μόνο οι αναλώσιμοι φυσικοί τους φορείς, όσο «ψηλά» κι αν βρίσκονται; Θεωρούμε ότι είναι πιθανόν για μια ακόμη φορά η «εν βρασμώ» κατάσταση των υποτελών τάξεων -κι όχι μόνο- θα κοχλάσει μέσα στη χύτρα των θεσμικών χειρισμών και θα προσφερθεί στην ιστορία ως μια ακόμη «αναστάτωση» στο κυριαρχικό συνεχές. Και δεν είναι ελιτίστικη και δηκτική αυτή μας η θεώρηση. Η θέση ότι «τα κρατικά εγκλήματα είναι εγγενή χαρακτηριστικά της κρατικής συγκρότησης της κοινωνίας και θα εξαλειφθούν όταν θα εξαλειφθεί και η αναγκαιότητα ύπαρξής της» είναι ένα ιστορικό τεκμήριο είτε το θέλουμε είτε όχι, είτε μας βολεύει είτε όχι.

Leave a comment